
Του Λευτέρη Παπαστεργίου
Ένα σπινθηροβόλο βλέμμα που εκπέμπει αθωότητα, ένα δυνατό μυαλό που εκπέμπει άποψη, ένα παιδί που σου δίνει την εντύπωση πως έχει μεγαλώσει πριν την ώρα του. Βασανίζοντας για ώρα τις παραπάνω λέξεις, προσπαθώ να τις συμπτύξω και να βγάλω ένα τίτλο μετά την κουβέντα, που μόλις έχω τελειώσει στα γραφεία της εφημερίδας με τον Δημήτρη Αλέτρα, τον Λαρισαίο μαθητή που χωρίς φροντιστήρια και ιδιαίτερα κατάφερε να περάσει από τους πρώτους στις φετινές πανελλαδικές εξετάσεις.
Μαθηματικά Κατεύθυνσης 19.8, Φυσική 19.5 , Μαθηματικά Γενικής Παιδείας 20 , Ανάπτυξη Εφαρμογών σε Προγραμματιστικό Περιβάλλον 20 , Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων 20 , Έκθεση 16.1! Μόλις πληροφορήθηκα την είδηση και ανέβασα το σχετικό κομμάτι στο διαδίκτυο, έγινε κανονικός πανζουρλισμός. Χιλιάδες κλικ, αλλά και σχόλια στα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης, για ένα παιδί που κατάφερε να πάει κόντρα στην κοίτη του ποταμιού, αλλά να φτάσει τελικά από τους πρώτους στη θάλασσα που κατέληγε το συγκεκριμένο ποτάμι! Δεν είναι εντυπωσιακό;
Πήρα τηλέφωνο τον Νίκο Αρτινό. Φίλος χρόνια ο πατέρας του μικρού και τώρα τελευταία και συνεργάτης, αφού γράφει την κριτική κινηματογράφου στην εφημερίδα που κρατάτε στα χέρια σας. «Θέλω να μιλήσω μαζί του», του είπα. Ο 18χρονος κάθεται απέναντί μου και χαμογελάει.
«Πώς ένιωσες μόλις βγήκαν τα αποτελέσματα;» τον ρωτάω, σκεπτόμενος παράλληλα μήπως ξεκίνησα την κουβέντα με μια «χαζή» ερώτηση. «Δηλαδή πώς να ένιωσε ρε μεγάλε» μου φώναζε μια φωνή μέσα μου, αλλά ο μικρός έδειξε ετοιμοπόλεμος.
«Δικαιωμένος» μου είπε με μια φωνή, η χροιά της οποίας αναδείκνυε απόλυτα την ηλικία του. «Δικαιωμένος και ανακουφισμένος», συμπλήρωσε, και πριν προλάβει να συνεχίσει του ζήτησα να μου πει πώς στο καλό τα κατάφερε χωρίς φροντιστήριο. «Δεν πήγα ποτέ φροντιστήριο. Αυτή είναι η αλήθεια. Προτιμώ να διαβάζω μόνος μου. Θέλω να έχω εγώ τον απόλυτο έλεγχο του προγράμματος, του χρόνου, της ύλης. Θέλω όλα αυτά να τα οργανώνω εγώ», μου απαντά.
«Γιατί όμως όλοι πάνε στα φροντιστήρια; Γιατί, ακόμα και οι αριστούχοι μαθητές;», τον ρωτάω περιμένοντας με μεγάλο ενδιαφέρον να ακούσω τη γνώμη του.
«Ξέρεις το έχω σκεφτεί κι εγώ αυτό. Δεν έχω έτοιμη απάντηση. Νομίζω όμως πως γίνεται λόγω μόδας και εξαιτίας της ανασφάλειας». Δεν θέλω να τον ρωτήσω αν εννοεί την «ανασφάλεια» του μαθητή ή του γονιού. Τον ρωτάω όμως σε ποια σχολή θέλει να γραφτεί.
Εδώ η απάντησή του είναι ακαριαία: «Στο ΑΠΘ, στο τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών. Είναι ένα τμήμα που συνδυάζει τα μαθηματικά που αγαπάω και τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές».
Λέει «μαθηματικά» και «τσιμπάω». Ο Δημήτρης έχει κατακτήσει το χρυσό μετάλλιο στην Εθνική Μαθηματική Ολυμπιάδα «Αρχιμήδης» τον περασμένο Φλεβάρη στην Αθήνα, ενώ πρόσφατα είδε το όνομά του να συμπεριλαμβάνεται στη βιβλιογραφία ενός σημαντικού Γάλλου μαθηματικού. «Αυτό πάλι πως ξεκίνησε;».
«Από έναν καθηγητή μου. Ο Δημήτρης Αργυρακούλης ήταν αυτός που κάτι διέγνωσε σε μένα και μου έδωσε το έναυσμα και την έμπνευση. Μου έδωσε ένα κίνητρο. Και φυσικά νιώθω υπόχρεος». Δεν ξέρω αν ένας καθηγητής χρειάζεται κάποια μεγαλύτερη επιβράβευση από αυτό που μόλις είχε εκστομίσει ο Δημήτρης. Τον ρωτώ όμως για τα ελληνικά πανεπιστήμια, το επόμενο μεγάλο του βήμα. «Δεν σκέφτηκες να φύγεις έξω; Δεν σε προβληματίζει η κατάσταση στα ελληνικά πανεπιστήμια;».
«Όχι», μου απαντάει με μια βεβαιότητα. «Δεν με προβληματίζει. Νομίζω πως έχουμε καλά πανεπιστήμια. Και να σου πως επίσης πως για τα προπτυχιακά μου δεν σκέφτηκα ποτέ να φύγω στο εξωτερικό. Ήθελα οπωσδήποτε να περάσω στη Θεσσαλονίκη».
«Τελικά κάποια πράγματα μένουν αναλλοίωτα, όσα χρόνια και αν περάσουν» σκέφτομαι ενθυμούμενος πως και στη δική μου φουρνιά, πριν είκοσι και βάλε χρόνια, όλοι Θεσσαλονίκη θέλαμε. Γιατί άραγε να συμβαίνει κάτι τέτοιο;», σκέφτομαι αλλά δεν έχει νόημα να το συζητήσω μαζί του. Αντιθέτως τον ρωτώ ποιος είναι ο αγαπημένος του αριθμός.
«Το 3», μου απαντά.
«Γιατί;»
«Δεν ξέρω, δεν το έχω ψάξει. Τώρα που μου δίνεις την αφορμή ίσως να το ψάξω».
Και τα αγαπημένα σου χόμπι;
Το μπάσκετ και η μουσική. Ξέρεις παίζω και σαξόφωνο στη Φιλαρμονική Ελασσόνας. Επίσης φτιάχνω και δικά μου παιχνίδια για υπολογιστές.
Τι μουσική ακούς;
«Μ’ αρέσει ο Bryan Adams. Και o Michael Jordan», μου λέει γελώντας, προφανώς γιατί έχει αντιληφθεί την επόμενη ερώτησή μου.
Από Έλληνες;
Νίκος Γκάλης.
Κάτσε ρε Δημήτρη. Γιατί ένα παιδί της ηλικίας σου να προτιμάει τον Γκάλη και όχι τον Σπανούλη ή τον Διαμαντίδη; Αυτός είναι «δικός μας» ήρωας.
Και αυτοί μου αρέσουν. Αλλά ο Γκάλης ή ο Jordan ήταν άλλο πράγμα στον καιρό τους.
Βλέπεις κινηματογράφο;
Πολύ. Γουστάρω μυστήριο…
Ποιο φαγητό σ’ αρέσει;
Μακαρόνια με κιμά, μου απαντάει γελώντας. «Πάντα έτσι κάνεις συνεντεύξεις;», με ρωτά τώρα αυτός με τη σειρά του και γελάει.
Προσπαθώ να καταλάβω όσο το δυνατόν περισσότερα του λέω. Άντε να σου κάνω και μια ερώτηση κλισέ: Τι θα συμβούλευες στα παιδιά που σκοπεύουν του χρόνου να δώσουν πανελλήνιες;
Να κάνουν πολύ προσωπικό διάβασμα και να έχουν καλή ψυχολογία.
Και πως πετυχαίνεις καλή ψυχολογία ρε Δημήτρη;
«Με τη σωστή προετοιμασία» μου απαντά και μεταξύ μας έχει απόλυτο δίκιο.
Τι θα κάνεις αυτό τον καιρό;
Θα πάω Σκιάθο. Διακοπές με τους φίλους.
Και μετά φοιτητική ζωή; τον ρωτάω με μια δόση ζήλιας που προσπαθώ να κρύψω.
Ναι, φυσικά, αλλά όχι εις βάρος των μαθημάτων.
Ελπίζω να σε αφήσουν, σκέφτομαι μέσα μου, αλλά δεν του το λέω. Ποιο είναι το μότο σου;
Ένα του Jordan: «Αν δεν έχεις απαιτήσεις από τον εαυτό σου, πώς μπορείς να περιμένεις μεγάλα επιτεύγματα;» μου λέει.
Εδώ έχει ψωμί, σκέφτομαι. Για πες μου, όλα είναι στο χέρι μας όμως;
Κοίτα, δεν μπορώ να σου το εκφράσω βαθύτερα. Πιστεύω όμως πως όλα γίνονται για κάποιο λόγο, αλλά η μοίρα είναι στα δικά μας χέρια.
«Πόσο πιο βαθιά να μου το πεις ρε Δημήτρη» σκέφτομαι και αποφασίζω να την τελειώσω εδώ την κουβέντα μαζί του. Στο καλύτερο δυνατό σημείο.
Είμαι σίγουρος πως με το παιδί αυτό θα μου δοθεί και πάλι, καλά να είμαστε, η ευκαιρία να πούμε κι άλλα στο μέλλον. Δεν πρόκειται να σταματήσει. Και δεν πρόκειται, όχι γιατί του αρέσει να «πετάει» όπως ο αγαπημένος του Air Jordan, αλλά γιατί έχει συνειδητοποιήσει πως για να «πετάξεις» θα πρέπει να πατήσεις πρώτα καλά στη γη. Και αυτό να το κάνεις με τις δυνάμεις σου. Πράγμα απλό, αλλά συνάμα τόσο συναρπαστικό, ειδικά όταν σου το «διδάσκει» ένας νεαρός μόλις 18 χρονών, με τον οποίο, αν και μας χωρίζουν δυο δεκαετίες, άνετα θα έπινα ένα ποτό μαζί του το βράδυ…
Δημοσιεύτηκε στην έντυπη Larissanet